Στο δικαστήριο κατηγορούμενοι θα βρεθούν όλοι οι γιατροί που είχαν κάνει εφημερία στα επείγοντα του Νοσοκομείου Αγρινίου από τον Αύγουστο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2021.
Ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά 200 γιατροί κατηγορούνται για παράβαση του υπηρεσιακού τους καθήκοντος, καθώς συνταγογραφούσαν παραπεμπτικά χειρόγραφα και όχι ηλεκτρονικά.
Πρόκειται για όλους του γιατρούς οι οποίοι είχαν κάνει εφημερία στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) του Νοσοκομείου Αγρινίου από τον Αύγουστο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2021.
«Μετά τις δημόσιες καταγγελίες του πρώην διοικητή Δημήτρη Μιχάλη τη μέρα της αποπομπής του από την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ άλλων, για τη μη ηλεκτρονική συνταγογράφηση των παραπεμπτικών εξετάσεων στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών και την ενδεχόμενη απώλεια εσόδων του Νοσοκομείου από τα ασφαλιστικά ταμεία για την εξεταζόμενη περίοδο από τον 8/2018 έως τον 1/2021, διενεργήθηκε εισαγγελική έρευνα “προς διερεύνηση των αδικημάτων της απιστίας (390 ΠΚ), άλλως της παράβασης καθήκοντος (259 ΠΚ)”», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αιτωλοακαρνανίας (EINΑΑ).
«Όλοι οι γιατροί του Γενικού Νοσοκομείου Αγρινίου παραβίασαν το υπηρεσιακό τους καθήκον, για να το ζημιώσουν. Αυτή είναι η κατηγορία. Θα δικαστούν στις 11 Ιανουαρίου 2024 στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αγρινίου», σχολιάζουν οι γιατροί της EINΑΑ.
Πάντως, σε έλεγχο που πραγματοποιήθηκε από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ) καθώς και από την Ελληνική Αρχή Διαφάνειας, στις πορισματικές εκθέσεις τους αποτύπωναν τις ανεπάρκειες και την έλλειψη:
Παράλληλα, διατάχθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) από την 6η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ), την οποία ανέλαβε ο Σπύρος Δερδεμέζης, διοικητής του Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων «Χατζηκώστα».
Στο πόρισμά του «ο κ. Δερδεμέζης παίρνοντας ως δεδομένο ότι υπήρχε η δυνατότητα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης των παραπεμπτικών εξετάσεων στο ΤΕΠ, χωρίς να το τεκμηριώνει συγκεκριμένα, καταλήγει αδίκως και χωρίς κατά τη γνώμη μας να το αποδεικνύει, να ΜΕΤΑΚΥΛΗΣΕΙ τις ευθύνες και τις ανεπάρκειες της Διοίκησης για τη μη εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και την απώλεια εσόδων από τα ασφαλιστικά ταμεία, δια της διάχυσης, σε όλους τους ΓΙΑΤΡΟΥΣ και στη διευθύντρια Ιατρικής Υπηρεσίας ως τελικούς αποδέκτες, αντιστρέφοντας τα δεδομένα», αναφέρουν οι γιατροί στην ανακοίνωσή τους.
Το παράδοξο στην υπόθεση είναι ότι η αρμόδια Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών με την 333/07.08.2023 διάταξή της έκρινε «ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση δίωξης και ως εκ τούτου» έθεσε «την υπό κρίση δικογραφία στο αρχείο». Την κρίση της αυτή την αιτιολόγησε πλήρως με όλα εκείνα, που καταχώρησε στην διάταξή της.
Η Αντιεισαγγελέας Εφετών, στην οποία υποβλήθηκε η διάταξη, έκρινε ότι «προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του αδικήματος (…) για την πλημμεληματική πράξη της παράβασης καθήκοντος».
«Όσο κι’ αν διαβάσει κανείς την με α.π. 716/16.08.2023 διάταξη της, δεν θα βρει στοιχείο αιτιολογίας της παραδοχής του ότι «προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις. Η ίδια, πάντως, παρήγγειλε στην Αντιεισαγγελέα Πρωτοδικών να ενεργήσει “κατά κρίσιν για την παραπομπή (μας) ή μη” στο ακροατήριο. Το αποτέλεσμα ήταν να παραπεμφθούμε αν και είχε με πλήρη αιτιολογία κρίνει η Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών “ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις της ποινικής δίωξής” μας και γι’ αυτό έθεσε την υπόθεση στο αρχείο», καταλήγουν στην ανακοίνωσή τους οι γιατροί.