“Οι στυλοβάτες του Πολιτισμού στον τόπο μας δεν πρέπει να ξεχνιούνται… Σείονταν ο «Απόλλωνας» από τα χειροκροτήματα, όταν τελείωνε την ερμηνεία του ήρωα που ενσάρκωνε”
του Αθανάσιου Φωτόπουλου, πρ. Καθηγητή Ιστορίας Πανεπιστημίου Πατρών
Το 2007 έφυγε από κοντά μας ένας μεγάλος θεράπων της Τέχνης στον τόπο μας: Ο Βασίλης Λαγογιάννης.
Είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή Εμπορικού Ναυτικού (Ασπρόπυργος), ταξίδεψε ως ασυρματιστής σε ποντοπόρα πλοία, όπως ο ποιητής Νίκος Καββαδίας, του οποίου απάγγελνε συχνά με φωνή ανάμικτη από πάθος και νοσταλγία. Κατόπιν έζησε στη στεριά, ως σιδηροδρομικός υπάλληλος και τέλος εργάστηκε στην Κεντρική Δημόσια Βιβλιοθήκη Πύργου.
Η παιδεία του δεν ήταν τυχαία, αφού υπήρξε φιλομαθής και θαυμαστής του ωραίου στην Τέχνη και τον Πολιτισμό. Εκεί όμως που διέπρεψε και βρήκε την ευκαιρία να εξωτερικεύει τον ψυχικό του δυναμισμό ήταν το Θέατρο. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της μοναδικής τότε Θεατρικής Ομάδας Πύργου και έπαιξε σε όλες τις παραστάσεις της μέχρι τον αδόκητο θάνατό του στα 51 του χρόνια. Ήταν άνθρωπος ευθύς, ειλικρινής, φιλικός προς όλους. Ένας γνήσιος λαϊκός άνθρωπος χωρίς οίηση και εγωισμό.
Το κενό που άφησε η «αναχώρησή» του είναι ακόμη αισθητό. Όσο ζούσε λειτουργούσε με πνεύμα ενωτικό, μακριά από ίντριγκες, διχογνωμίες και διακρίσεις. Τον διέκρινε πνεύμα αμεροληψίας και συντροφικότητας, που ήταν τόσο απαραίτητο για τη δημιουργία καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
Λίγο χρόνο μετά την απώλειά του δημοσιεύσαμε μια νεκρολογία του στο περιοδικό «Ηλειακή Επιθεώρηση» (τεύχος 20/Απρ.-Ιούνιος 2008, σ. 83). Σαν μνημόσυνο και μικρό αφιέρωμα στη μνήμη του αναδημοσιεύουμε το κείμενό μας αυτό. Οι στυλοβάτες του Πολιτισμού στον τόπο μας δεν πρέπει να ξεχνιούνται.
Ο Βασίλης
Μέσα στον χρόνο που πέρασε, έφυγαν για πάντα από κοντά μας κάποιες μορφές της Τέχνης και του Πολιτισμού που άφησαν κενό δυσαναπλήρωτο στον πολιτιστικά φτωχό τόπο μας. Έφυγε ο πεζογράφος -κι όχι μόνο- Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, ο ποιητής μας Γιώργης Παυλόπουλος και -στα 51 χρόνια του!- ο Βασίλης Λαγογιάννης.
Ο Βασίλης δεν είχε απασχολήσει τις στήλες των καλλιτεχνικών εντύπων της πρωτεύουσας. Δεν είχε τιμηθεί με βραβεία ούτε του είχαν απονεμηθεί διακρίσεις. Όμως, στην πόλη που τον γέννησε κι ανάθρεψε ήταν ο ηθοποιός. Κανείς δεν τον αμφισβητούσε κι όλοι τον θαύμαζαν. Το ένα παίξιμό του καλύτερο από το άλλο. Σείονταν ο «Απόλλωνας» από τα χειροκροτήματα, όταν τελείωνε την ερμηνεία του ήρωα που ενσάρκωνε. Με μια αξιοθαύμαστη ελαστικότητα μπορούσε να μεταπηδά από την κωμωδία στο δράμα, χωρίς να έχει ταυτίσει τον εσώτερο-καλλιτέχνη εαυτό του με κάποιον μονοδιάστατο ήρωα, αφού η ζωή ενέχει και το τραγικό και το κωμικό, έστω κι αν αυτό δεν το ξεχωρίζουν πάντοτε οι άνθρωποι.
Βασίλης Λαγογιάννης και Τζωρτζίνα Σκούρα (Δον Καμίλλο)
Μπορούσε άνετα να είναι ο κατεργάρης μεγαλοεργολάβος (Κοκτέιλ Μολότωφ), ο φτωχός και πονεμένος πατέρας (Το πανηγύρι) και ο αξιαγάπητος πάστορας (Δον Καμίλλο). Στη συνείδηση πολλών ταυτίστηκε με μεγάλους καλλιτέχνες του καιρού μας. Όταν του μετέφερα ότι τον αποκαλούν Ρόμπερτ ντε Νίρο της Ηλείας, χαμογέλασε με μιαν αιδήμονα ικανοποίηση. Ποιος καλλιτέχνης δεν θέλει την αναγνώριση και την αποδοχή από τους συγκαιρινούς του…
Χριστίνα Μαρκόβα και Βασίλης Λαγογιάννης (Δον Καμίλλο)
Ο Βασίλης σπούδασε στο μεγάλο Σχολείο της Ζωής, αυτό που διαμορφώνει γνήσιες συνειδήσεις κι ατσαλώνει τη βούληση. Σαν τον Νίκο Καββαδία, τον οποίο τόσο πολύ θαύμαζε και συχνά απάγγελνε, ταξίδεψε ως ασυρματιστής του εμπορικού ναυτικού σέ όλα τα μήκη και πλάτη της γης και, χρόνια αργότερα, κατέληξε να εργάζεται μέσα σ’ ένα ναό της σοφίας: τη Δημόσια Βιβλιοθήκη του Πύργου. Εκτός από βασικό ιδρυτικό μέλος της Θεατρικής Ομάδας Πύργου ήταν ένας άνθρωπος με ευρύτερα πνευματικά ενδιαφέροντα και πολιτική σκέψη και κρίση. Πάνω απ’ όλα όμως ήταν ένας στοργικός οικογενειάρχης. Μαζί με την ευγενή σύζυγό του Ντίνα, τον μεγάλο του έρωτα, βάδιζε τον δρόμο της ζωής, τον όχι πάντα φαρδύ και άνετο. Ήταν αφοσιωμένος στην ανατροφή και πρόοδο των δύο παιδιών του που τα υπεραγαπούσε. Όμως, άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα ο θεός κελεύει. Η σκληρή μοίρα τον αφήρπασε από την απαρηγόρητη οικογένειά του και τους φίλους του που τον αγαπούσαν ως αδελφό.
Να είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει, αδελφέ μας Βασίλη.
Αθαν. Θ. Φωτόπουλος
Δείτε προηγούμενα άρθρα της στήλης ΕΔΩ